Σελίδες

ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ ΑΜΠΕΛΟΥ - ΓΕΝΙΚΑ


Γηγενείς Ποικιλίες Αμπέλου

Πρόκειται για ποικιλίες ευρωπαϊκής αμπέλου που έχουν ελληνική καταγωγή ή καλλιεργούνται στην Ελλάδα από τα αρχαία χρόνια, εισηγμένες τότε κυρίως από την ανατολή. Οι μελέτες ταυτοποίησης και διαχωρισμού συνεχίζονται και γίνεται προσπάθεια να οριστικοποιηθεί ο εθνικός κατάλογος ποικιλιών.

Με την παγκοσμιοποίηση της καλλιέργειας των λεγόμενων διεθνών ποικιλιών και τη σχετική ομοιομορφία των κρασιών, το μέλλον του ελληνικού κρασιού περνάει, σε μεγάλο βαθμό, από την ουσιαστική αξιοποίηση των ελληνικών ποικιλιών.Αλλά και η διεθνοποίησή τους, που φοβίζει κάποιους, μάλλον θα λειτουργήσει διαφημιστικά. Αρκεί να φροντίσουμε να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους στην Ελλάδα.


Εισηγμένες Ποικιλίες Αμπέλου 

Πρόκειται για ευρωπαϊκές ποικιλίες αμπέλου οι οποίες δεν υπήρχαν στην Ελλάδα, τουλάχιστον όχι συστηματικά, και άρχισαν να καλλιεργούνται στις αρχές της δεκαετίας του '70. Με τα χρόνια, όπως και στις περισσότερες χώρες, έχουν κυριαρχήσει 5 γαλλικές ποικιλίες (Σαρντονέ, Σοβινιόν-Μπλαν, Καμπερνέ-Σοβινιόν, Μερλό, Σιρά).

Σε αντίθεση ακόμα και με τις κορυφαίες ελληνικές ποικιλίες, το μεγάλο προσόν τους, πέρα από τη βεβαιωμένη ικανότητά τους για την παραγωγή καλού κρασιού, είναι ότι έχουν ερευνηθεί εξαντλητικά. Το αν εφαρμόζονται παντού και πάντα τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας είναι άλλο ζήτημα.

Δυστυχώς, προβάλλονται και προσφέρονται γενικευμένα ως η σίγουρη λύση και σε πολλές περιπτώσεις προτιμόνται από τους καλλιεργητές ακόμα και από καθιερωμένες ποικιλίες του τόπου τους. Ως αποτέλεσμα, το Καμπερνέ-Σοβινιόν είναι σήμερα η ποικιλία με τη μεγαλύτερη διασπορά στον ελληνικό χώρο και υπάρχει σχεδόν παντού.

Οινοποιήσιμες Ποικιλίες Αμπέλου 

Οι ποικιλίες αμπέλου που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή κρασιών. Οι περισσότερες από αυτές έχουν αυτή τη χρήση ως αποκλειστική και είναι οι καλύτερες.  Μπορούν, όμως, να χρησιμοποιηθούν και κάποιες ποικιλίες πολλαπλής χρήσης (δείτε παρακάτω).

Οι οινοποιήσιμες ποικιλίες έχουν συνήθως χονδρό φλοιό, άχρωμη, μαλακή και χυμώδη σάρκα και μερικά γίγαρτα (κουκούτσια). Το σημαντικό είναι πως όλες οι καλλιεργητικές τεχνικές πρέπει να αποβλέπουν στην παραγωγή πρώτης ύλης για το καλύτερο δυνατό κρασί. Δυστυχώς, αυτό δεν έχει γίνει πρακτική πολλών άμπελο καλλιεργητών, που συνεχίζουν να έχουν ως κριτήριο την αύξηση της παραγωγής.

Μετά τη σημαντικότατη βελτίωση που έχει υπάρξει στο επίπεδο της οινοποίησης, τόσο σε τεχνογνωσία όσο και σε εξοπλισμό, είναι σαφές ότι η περαιτέρω ουσιαστική ποιοτική βελτίωση του ελληνικού κρασιού περνά από την άμπελο-καλλιέργια και τη γενικευμένη εφαρμογή του κανόνα που λέει ότι "το καλό κρασί γίνεται στο αμπέλι".


Επιτραπέζιες Ποικιλίες Αμπέλου 

Έχουν ως κύρια χρήση να προσφέρουν τον καρπό τους ως φρούτο για το τραπέζι.Έτσι, κατά κανόνα, έχουν λεπτό φλοιό και τραγανή σάρκα, ενώ η απουσία κουκουτσιών θεωρείται προσόν.

Οι τεχνικές καλλιέργειας είναι διαφορετικές από αυτές των ποικιλιών οινοποίησης (άλλη διαμόρφωση πρέμνου, άλλα ποτίσματα, άλλη θεώρηση της ωρίμανσης).

Με κατά καιρούς αποφάσεις του αρμόδιου υπουργείου, κάποιες από αυτές έχουν χαρακτη-ριστεί ως επιτρεπόμενες για την παραγωγή κρασιού και έτσι χρησιμοποιούνται ως ποικιλίες πολλαπλής χρήσης.



Ποικιλίες Αμπέλου πολλαπλής χρήσης 

Πρόκειται για ποικιλίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο ως επιτραπέζιες όσο και ως οινοποιήσιμες. Τότε λέγονται διπλής χρήσης.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα ελληνικών ποικιλιών διπλής χρήσης είναι: ο αυγουστιά-της, το βερτζαμί, το μπατίκι, το μοσχάτο Αμβούργου, το όψιμο Εδέσσης, το όψιμο Σουφλίου, το ροζακί και ο σιδερίτης.

Εάν προορίζονται και για την παραγωγή σταφίδας, όπως το σουλτανί ή σουλτανίνα, η μοσχατέλλα, το μοσχάτο Αλεξανδρείας και το τσαούσι, τότε λέγονται τριπλής χρήσης.

Με την εξαίρεση κάποιων που ανταποκρίνονται από αποδεκτά έως πάρα πολύ καλά (π.χ. μοσχάτο Αλεξανδρείας) στην παραγωγή κρασιού, η χρήση των υπολοίπων μόνο τα δομικά προβλήματα της ελληνικής οινοπαραγωγής φανερώνει.

Με δικαιολογία το υπαρκτό πρόβλημα της απορρόφησης της παραγωγής και του αγροτικού εισοδήματος, πολλές οίνο-βιομηχανίες (ενίοτε και μικρότεροι παραγωγοί) τις χρησιμοποιούν με μοιραία για την ποιότητα του κρασιού αποτελέσματα

Συνιστώμενες Ποικιλίες Αμπέλου

 
Είναι οι ποικιλίες που επισήμως, από το αρμόδιο υπουργείο, συνιστώνται για την παραγωγή κρασιού σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιφέρειες και νομούς της χώρας.

Όλες οι χώρες της Ε.Ε. (άρα και η Ελλάδα) τηρούν καταλόγους συνιστώμενων ποικιλιών ανα γεωγραφική περιοχή. Η τροποποίηση των καταλόγων αυτών περνά από την έγκριση της Ε.Ε.
Για να εγγραφεί μια ποικιλία ως συνιστώμενη, πρέπει να καλλιεργηθεί δοκιμαστικά επί 5 χρόνια σε συγκεκριμένο τόπο και με πειραματικές οινοποιήσεις να αποδειχθεί και να γίνει βέβαιο ότι δίνει ποιοτικό κρασί.

Όλη η διαδικασία είναι ελεγχόμενη με πρωτόκολλα και άλλα αποδεικτικά στοιχεία.

 

Επιτρεπόμενες Ποικιλίες Αμπέλου 

Πρόκειται για ποικιλίες που προσφέρονται για οινοποίηση αλλά σε αντίθεση με τις συνιστώμενες, δε δίνουν, τουλάχιστον όχι ακόμα, ικανοποιητικά αποτελέσματα σε όλες τις περιοχές. Πολλές επιτρέπονται για λόγους δοκιμαστικούς και πιθανώς κάποιες από αυτές στο μέλλον θα καταστούν συνιστώμενες.

Αρκετές άλλες, επειδή καλλιεργούνται παραδοσιακά σε κάποιες περιοχές σε υπολογίσιμη έκταση, επιτρέπονται για να στηρίζεται το εισόδημα των αμπελουργών. (Η πρακτική αυτή αξιοποιείται πολιτικά και φτάνει, ενίοτε, στα όρια του αντιφατικού με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το τσάπουρνο στο νομό Κιλκίς, που ενώ ως υβρίδιο απαγορεύεται γενικώς, στο νομό επιτρέπεται!!!)

Πρέπει να γίνει σαφές ότι ο χαρακτηρισμός μιας ποικιλίας ως συνιστώμενης ή ως επιτρεπόμενης δεν είναι γενικευμένος αλλά γεωγραφικώς προσδιορισμένος. Έτσι, κάποιες ποικιλίες αλλού είναι συνιστώμενες, αλλού επιτρεπόμενες και αλλού δεν αναφέρονται καθόλου.



Διεθνείς και Ελληνικές ποικιλίες κρασιών  A-Ω

Αγιωργίτικο, Αϊδάνι, Albariño, Aligoté, Amarone, Αθήρι, Αμοργιανό, Arneis, Asti Spumante, Ασύρτικο, Ασπρούδες,  Auslese,  Αυγουστιάτης,Banylus,Barbaresco, Bardolino, Beaujolais Blanc de Blancs, Βερτζαμί, Βηλάνα, Βλάχικο, Bekiari, Blanc de Noirs, Boal or Bual, Brunello, Cabernet Franc, Cabernet Sauvignon, Carignan, Carmenere, Cava, Charbono, Champagne, Chardonnay, Châteauneuf-du-Pape, Chenin Blanc, Chianti, Chianti Classico, Claret, Colombard (French Colombard), Constantia, Cortese, Δαφνί, Dolcetto, Eiswein, Frascati, Fumé Blanc, Gamay, Gamay Beaujolais, Gattinara, Gewürztraminer, Grappa, Grenache, Johannisberg Riesling, Κατσανό, Κυδωνίτσα, Kir, Κοτσιφάλι, Κρασάτο, Λαγόρθι, Lambrusco, Λιάτικο, Λημνιό, Liebfraumilch, , Madeira, Μαλαγουζιά, Malbec, Μαντηλαριά, Marc, Marsala, Marsanne, Μαυροδάφνη, Μαυροτράγανο, Μαυρούδι, Mead, Meritage, Merlot, Μονεμβασιά, Montepulciano, Μοσχάτο, Μοσχοφίλερο, Μοσχόμαυρο, Mourvedre, Μπεκιάρι, Müller-Thurgau, Muscat, Νεγκόσκα, Nebbiolo, Ξινόμαυρο, Petit Verdot, Petite Sirah, Pinot Blanc, Pinot Grigio/Pinot Gris, Pinot Meunier, Pinot Noir, Pinotage, Plito, Port, Ρετσίνα, Ρόμπολα, Ροδίτης, Roussane, Sangiovese, Sauterns, Sauvignon Blanc, Σαββατιανό, Sémillon, Sherry, Σιδερίτης, Σταυρωτό, Soave,Tokay, Traminer, Trebbiano, Ugni Blanc, alpolicella, Verdicchio, Viognier, Zinfandel.
 
Αυτός ο Βασικός οδηγός κρασιών  φιλοδοξεί να αποτελέσει μια εισαγωγή για κάποιον αρχάριο, στον δαιδαλώδη αλλά πάραυτα υπέροχο κόσμο των Κρασιών.